13 Φεβ 2014

ΡΕΜΠΕΤΙΚΟ ΓΛΩΣΣΑΡΙ (λεξεις απο Ν)

Νίλα
Καταστροφή, ζημιά, αποτυχία σε διαγωνισμό ή συναγωνισμό, συμφορά, πανωλεθρία.

Ακούγεται στο τραγούδι: “Μας φέρθηκες μπαμπέσικα” (1941)
Στ.: Δημ. Σέμσης,μουσ.: Γιώργος Παπασιδέρης.
Ερμην.: Γ. Παπασιδέρης.

"...τι στραπάτσο και τι νίλα
σου κατάφερε η αρβύλα..."

[Άγνωστης ετυμολογίας η λέξη. (Πιθανολογείται πως προέρχεται από τη μεσαιωνική λέξη: νίλα < λατ. nilum =τίποτε, ασήμαντο, χωρίς αξία)].



Νισάφι
(Ως επιφώνημα): αρκετά, φτάνει, αμάν. 

Ακούγεται στο τραγούδι:
"Τα βάσανα της πλύστρας" (1936)
Στ., μουσ.: Δ. Σέμσης
Ερμηνεία: Εσκενάζυ

"...δεν αντέχω πια, νισάφι,
θα με φάει αυτή η σκάφη..."
[τουρκ. insaf, με διαχωρισμό του συμφωνικού συμπλέγματος].




Νταβατζής
Εκμεταλλευτής κοινών γυναικών, «προστάτης». 

Από το τραγούδι:
"Η Κούλα" (1932)
Στ., μουσ.: Καρίπης
Ερμηνεία: Εσκενάζυ

"...χτες σε είδα μεθυσμένη
μ΄έναν νταβατζή μπλεγμένη..."
[τουρκ. davacι = συνήγορος < dava = δίκη].



Νταγιαντίζω, Νταγιαντώ
Υπομένω, αντέχω. 

"...έχω μεράκι, έχω νταλγκά,
κανένας δεν τον νταγιαντά..."
[τουρκ. Dayand, από το ρ. dayan= στηρίζομαι, αντιστέκομαι].



Νταής
Γενναίος, παλληκάρι, τολμηρός, προκλητικός. 

Νταηλίκι
Παλληκαριά, ζοριλίκι.
Λέγεται και ειρωνικά, με την έννοια του ψευτοπαλληκαρά, του κουτσαβάκη.

Νταηλίζω
Κάνω τον νταή.

Ακούγεται στο τραγούδι:
"Κορόιδο" (1935)
Στ., μουσ., ερμηνεία: Βαμβακάρης
"... Πόσες κλωτσιές έχεις να φας
που πάντα νταηλίζεις..."
[τουρκ. dayi].




Νταλκάς, Νταλκαδάκι, Νταλγκάς, Νταλγκαδάκι
Πόθος, επιθυμία, σεβντάς, πόνος.
[τουρκ. dalga = κύμα].



Νταμίρα
Ονομασία για το αυτοφυές φυτό Datura stramonium ή τάτουλας, που είναι πλούσιο σε αλκαλοειδείς ουσίες, ατροπίνη κλπ. και που χρησιμοποιείται σαν υποκατάστατο ναρκωτικό.

Ακούγεται στο τραγούδι: "Κουβέντα με το Χάρο" (1935)
Στ. - Μουσ. Τούντας
Ερμην.: Ρούκουνας

"...πες μας, βρε Χάρε, να χαρείς: Τι κάνουνε τ’ αλάνια;
Βρίσκουν νταμίρα , έχουν λουλά, ή κάθουνται χαρμάνια;..."



Νταραβέρι
Οποιαδήποτε συναλλαγή, εμπορική σχέση, δοσοληψία., κοινωνική σχέση, σχέση οικειότητας, θόρυβος, αναστάτωση, διαπληκτισμός.
[ιταλ. dare – avere = δούναι – λαβείν].



Νταρντάνα
Ψηλή, εύσωμη κι ωραία γυναίκα. 

Ακούγεται στο τραγούδι:
"Είσαι φάντης" (1936)
Στ., μουσ.: Γρ. Ασίκης
Ερμηνεία: Αμπατζή

"...και πώς με εκατήντησες 
κοπέλα σαν νταρντάνα..."
[ιταλ. tartana = πλατύ φορτηγό καράβι, μεγαλόσωμη γυναίκα].



Ντεπώ ή Ντεπό
Περιοχή στην ανατολική Θεσσαλονίκη.
Παλιότερα, είχε τους μεγαλύτερους μύλους των Βαλκανίων και ονομαστές ταβέρνες, όπως τα «Κούτσουρα του Δαλαμάγκα», γνωστή και από το «Μπαξέ τσιφλίκι» του Τσιτσάνη.

Ακούγεται στο τραγούδι: "Ο Ασυρματιστής" (1938).
Στ., μουσ. : Τσιτσάνης.
Ερμην :Τσιτσάνης, Περδικόπουλος.

"... μα πήρα τον ασύρματο και έγινα προφήτης.
στον ώμο τον φορτώνομαι και στο Ντεπώ πηγαίνω..."
[από το Γαλλικό Dιpτt = Αποθήκη].



Ντερμπεντέρης, Ντερμπεντέρισσα
Λεβέντης, ανοικτόκαρδος, άνθρωπος που διασκεδάζει χωρίς να νοιάζεται για το μέλλον, κουβαρδάς.

"...Ντερμπεντέρισσα μελαχρινή 
μου΄χεις κάψει την καρδιά μου
και δεν βρίσκω τη γιατρειά μου..."
[από την τούρκικη λέξη "derbeder" που σημαίνει αλήτης, τυχοδιώκτης].



Ντερτιλής
Αυτός που έχει ντέρτι, πόνο, καημό.
[τουρκ. dertili < derti = βασανισμένος].



Ντερτσάκι, Τερτσάκι
Η τρίτη φωνή. 

Ακούγεται στο τραγούδι:
"Μια συννεφιασμένη νύχτα"
Στ., μουσ.: Ροβερτάκης
Ερμηνεία: Παγιουμτζής

"...ήτανε και ο Στελάκης
το ντερτσάκι το γλυκό
ήτανε και ο Μητσάκης..."
[από το ιταλ. τerzo = τρίτος].



Ντιντής
Ο καλοαναθρεμμένος νέος της καλής κοινωνίας.
Αλλά, και ο άνδρας ο μαλθακός, ο χωρίς έκδηλο ανδρισμό.

"...Όλους τους μάγκες αγαπάς
και όλους τους νταήδες
και ζούλα ζούλα κυνηγάς
τους φιόγκους και ντιντήδες..."



Ντορβάς, Τορβάς
Σακκίδιο πλεκτό ή υφαντό από χοντρό μάλλινο ύφασμα, συνήθως πολύχρωμο, το οποίο κρέμεται στον ώμο ή από το λαιμό του ζώου και μέσα στο οποίο τοποθετείται η ζωοτροφή, ταγάρι. 
Βάζω το κεφάλι μου στον τορβά: βάζω σε κίνδυνο τη ζωή μου, παίζω τη ζωή μου κορώνα - γράμματα, διακινδυνεύω. 

Ακούγεται στο τραγούδι:
"Ο λαθρέμπορας" (1934)
Στ., μουσ.: Παπάζογλου
Ερμηνεία: Στ. Περπινιάδης

"...και το κακό κεφάλι σου
μες στον ντορβά να βάζεις..."
[τουρκ. torba < περσ. tobra].



Ντουζένι
Τάξη, αρμονία. 
Σαν φράση, "είμαι στα ντουζένια" σημαίνει "έχω κέφια".
Για το μπουζούκι π.χ. η φράση "είναι στο ντουζένι", έχει την έννοια "είναι καλά κουρδισμένο".
(Ντουζένι έλεγε ο Μάρκος το κούρδισμα ΡΕ-ΛΑ-ΡΕ, το έλεγε και "ευρωπαϊκό" και μ΄αυτό το κούρδισμα παίζονται όλοι οι δρόμοι, ενώ "Καραντουζένι" έλεγε το ΣΟΛ-ΛΑ-ΡΕ). 
Με την έννοια ντουζένι αναφερόμαστε σε όλα τα πιθανά κουρδίσματα των χορδόφωνων με τρείς χορδές (δηλαδή το κανονάκι π.χ. δεν έχει κούρδισμα σε ντουζένι). Έτσι, το καραντουζένι είναι ένας από πολλούς τρόπους κουρδίσματος σαζοειδών οργάνων. 
Συνήθως οι δύο πρίμες νότες είναι σε απόσταση τέταρτης και η τρίτη (η μπουργκάνα) μπορεί να είναι οποιοσδήποτε σχεδόν φθόγγος της οκτάβας. Ήταν συνηθισμένο κατά τη διάρκεια του παιξίματος και ανάλογα με το κομμάτι που θα ακολουθούσε, να αλλάζει συχνά το κούρδισμα της μπουργκάνας, άρα και το ντουζένι.
[τουρκική λέξη).



Ντουμάνι
Πυκνός καπνός που δημιουργεί αποπνικτική ατμόσφαιρα.

Ακούγεται στο τραγούδι:
"Εφουμέρναμε ένα βράδυ" (1932)
Στ. - μουσ. - ερμ.: Βαμβακάρης

"...κι έρχουνται δυο πολιτσμάνοι
και μας βρίσκουνε ντουμάνι..."
[τουρκ. Duman = καπνός, γεμάτο καπνό].



Ντουμπλάρω
1. Καλύπτω την επιφάνεια ενός μετάλλου με άλλο πολυτιμότερο ή ανθεκτικότερο ή εσωτερικά ένα συνήθως λεπτό ή διαφανές ύφασμα με άλλο χοντρότερο (φοδράρω).
2. Διπλασιάζω
3. Αντικαθιστώ.



ντουμπλέ
Κάλυψη, επένδυση.

Ακούγεται στο τραγούδι: "Εγώ θέλω πριγκηπέσα" (1936)

Στ., μουσ.: Γ. Τσαούς
Ερμην.: Καλυβόπουλος

"...κάθε είδους αργιλέ με διαμάντια όλο ντουμπλέ..."
[γαλ. doubler = διπλασιάζω < λατιν. duplus = διπλός, διπλάσιος].



Ντουμπλέδες
Διπλοί λουλάδες, ίσως για άμεση αντικατάσταση μετά τη χρήση.

Ακούγεται στο τραγούδι:
"Σ' ένα τεκέ σκαρώσανε" (1936)
Στ., μουσ.: Τσιτσάνης, Περδικόπουλος
Ερμηνεία: Γ. Μηττάκη

"...τον τεκετζή εδιάταζαν
τις λουλαδιές ντουμπλέδες..."
[γαλ. doubler = διπλασιάζω < dublus, λατιν. = διπλός, διπλάσιος.]



Ντούρος
Σκληρός, αλύγιστος, στητός, άκαμπτος.

Ακούγεται στο τραγούδι:
"Η Λιλή η σκανταλιάρα" (1932)
Στ., μουσ.: Τούντας
Ερμηνεία: Εσκενάζυ

"...Δεν με μέλλει εμένα αν εισ΄αλάνης απ΄τον Κοπανά
και τον ντούρο, βρε μάγκα, μη μου κάνεις..."
[ιταλ. Duro < λατιν. Durus].



Ντούσες
Διπλά, δυάρες.

Ακούγεται στο παραδοσιακό τραγούδι: "Ο Κουμαρτζής" (1939)
Ερμην.: Πιπεράκης (Χαριλ. Κρητικός)

"...ντόρτια και ντούσες έρχονται
τρομάρα μου και χάνω τα λεφτά μου..."
[από το deuce]



Ντόρτια
Φέρνουμε "ντόρτια", όταν δείχνουν και τα δυο ζάρια τον αριθμό τέσσερα στο τάβλι.

Ακούγεται στο παραδοσιακό τραγούδι: "Ο Κουμαρτζής" (1939)
Ερμην.: Πιπεράκης (Χαριλ. Κρητικός)

"...ντόρτια και ντούσες έρχονται 
τρομάρα μου και χάνω τα λεφτά μου..."
[τουρκ. dφrt = τέσσερα (από τα περσ.) ]



πηγη http://www.rembetiko.gr/forums/showthread.php?t=22575

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σχετικα θεματα

Σχετικα θεματα